:: ::

 
 
 

 

Συναντήσεις με "νεράιδες", τις Ναϊάδες των ποταμών

Ένα αληθινό παραμύθι

Χθες το βράδυ μας επισκέφτηκε μια κυρία με την κόρη της, συμμαθήτρια της δικής μου, για να παίξουν τα κορίτσια μας. Συζητήσαμε για καθημερινά πράγματα, πολιτική, δουλειές τα συνηθισμένα. Κάποια στιγμή η συζήτηση πήγε στον χριστιανισμό. Η κυρία άλλωστε έφερε ένα μικροσκοπικό σταυρουδάκι στο στήθος της και είχα δει στο μπρελόκ της μια παναγία. Δεν ήθελα να ανοίξω το θέμα, ούτε γνώριζε τις θρησκευτικές μου πεποιθήσεις. Έτσι προφανώς με αντιμετώπιζε σε όλη την διάρκεια την συζήτησης ως χριστιανό. Ήταν η κλασσική περίπτωση του προσωπικού χριστιανισμού.

Δεν πίστευε στην άγια τριάδα, δεν πίστευε στην ιερότητα των κληρικών, αρνιόταν να δεχτεί πως ο θεός δεν έχει όνομα, δεν είχε παντρευτεί σε εκκλησία, και δεν πήγαινε στην εκκλησία παρά μόνο το Πάσχα ως “ελληνικό” έθιμο. Όμως επέλεξε να βαφτίσει την κόρη της και μετά από 40 μέρες να την διαβάσει. Εκεί κατάλαβε από αυτά που άκουσε πως πρόκειται για μαγικές επωδούς και ξόρκια με υποτιμητικά σεξιστικά σχόλια για την μητέρα και το παιδί και πέταξε έξω τον παπά που της δικαιολογήθηκε πως “αυτή είναι η δουλειά του”.

Μετά, για ενάμιση χρόνο προσέγγισε τους μάρτυρες του Ιεχωβά που απέρριψε όταν αγανάχτησε όταν της είπαν πως δεν θα λέρωναν τα χέρια τους με αίμα ακόμα και αν έβλεπαν το παιδί τους μπροστά τους να σφάζεται ή να βιάζεται. Κατάλαβα πως έχω μπροστά μου μια Ελληνίδα που δεν γνωρίζει την παράδοσή μας με θρησκευτικό ένστικτο που παραμένει ανεκπλήρωτο, και αποφάσισα να αποκαλυφτώ την κατάλληλη στιγμή.

Η κουβέντα μας οδηγήθηκε στο ζήτημα του Χριστού, περί του χαρακτήρος του, περί του έργου του, όπου συμφωνήσαμε πως αν ήταν ιστορικό πρόσωπο θα ήταν κάποιος επαναστάτης. Ακολούθησε η περίπτωση Λιακόπουλου που της έκανε εντύπωση πως έκανε τα πάντα μια σούπα που χωράνε όλοι, και της εξήγησα εκεί πως πρόκειται για ένα sci-fi Ευημερισμό, που οι Θεοί γίνανε εξωγήινοι οδηγοί UFO, και οι Έλληνες είχαν σε κάποια απροσδιόριστη εποχή το ανύπαρκτο όνομα Ελ. Πως πρακτικά τα βιβλία αυτά είναι έργα των γερόντων φίλων του στα μοναστήρια που κατασκευάζουν παραμυθολογίες για να εγκλωβίσουν τον κόσμο από το να στραφεί στην Εθνική Παράδοση, ένα είδος τελικού αναχώματος.

Τότε μας είπε κάτι που μας «έστειλε μακριά στον χρόνο...Ακούγοντας για Ελληνική Θρησκεία και χωρίς ακόμα να της αποκαλύψω πως είμαι Έλληνας στο θρήσκευμα μας διηγήθηκε την πιο όμορφη απίστευτη ιστορία. Αυτό που θα γράψω τώρα μπορεί να ταράξει κάποιους, μπορεί να τρομάξει άλλους, και μπορεί να κάνει κάποιους να ξεραθούν στα γέλια. Θα το τολμήσω και ας κάποιοι χάσουν την καλή ιδέα που έχουν για εμένα.

Θα σας διηγηθώ μια μικρή ιστορία την οποία θα διερευνήσω περαιτέρω, όχι για την αυθεντικότητα της, αλλά για να πληροφορηθώ περισσότερα. Όχι γιατί έχω δεχτεί την ιστορία άκριτα, άλλα γιατί δεν μπορώ να την αμφισβητήσω χωρίς να προσβάλλω την μνήμη των γονέων της κυρίας που μου την αφηγήθηκε χθες το βράδυ. Ο λόγος που την μοιράζομαι μαζί σας είναι πολλαπλός. Για να σας θυμίσω πόσο μαγικός είναι ο τόπος μας, πόσο αληθινή είναι η μαγεία του και να καταλάβετε γιατί εμείς οι αρχαιόπληκτοι είμαστε τόσο μαγεμένοι με τον εθνισμό μας.  Ακόμα για να σας δώσω μια ελπίδα και σε αυτήν την ζωή και στο επέκεινα.

Μας είπε, πως όταν πέθαινε η γιαγιά της το 2001, ετών 93, που ζούσε σε κάποιο ορεινό χωριό μετά την Τρίπολη πάνω από τον Ευρώτα, είχε προβλέψει όλα τα πράγματα της που θα πάνε ακόμα και τι θα φορούσε στην κηδεία της.

Μέσα στο εσωτερικό του σουτιέν της είχε κρύψει ένα χαρτί με ένα ξόρκι που ονόμαζε το ξεμάτιασμα του φιδιού. Εκείνη την εποχή, η γιαγιά της είχε γεννηθεί το 1908, δεν υπήρχαν παπούτσια και γαλότσες, και οι αγρότες και οι χωρικοί κινδύνευαν από το τσίμπημα των φιδιών. Στα χωριά τους είχανε πολλές οχιές, και τα τσιμπήματα ήταν θανατηφόρα. Μικρά παιδιά που παίζανε, γυναίκες που φέρνανε το νερό από το ποτάμι, πεθαίνανε με συνοπτικές διαδικασίες και φριχτούς πόνους. Μερικές φορές τους τσιμπούσαν και τρεις οχιές μαζί. Το σώμα πρηζόταν και παραμορφωνόταν και δεν υπήρχε αντίδοτο ή γιατρός κοντά να δώσει κάτι να σωθούν. Άπαξ και σε δάγκωσε, χαιρετούσες τον κόσμο αυτό.

 Όπως ανέφερα, οι γυναίκες κατέβαιναν για νερό στο ποτάμι. Η γιαγιά νέα και άμορφη παντρεύτηκε αργά στα τριάντα της οπότε αυτά που θα διαβάσετε πρέπει να συνέβησαν από τότε που θα ήταν 17 έως που παντρεύτηκε στα 30 της για να την αφήνουν να κατεβαίνει στο ποτάμι, άρα μεταξύ 1925 και 1939.

Σε μια στροφή στο μονοπάτι για την κάθοδο στο ποτάμι, η γιαγιά της συναντούσε Νεράιδες όπως τις έλεγε. Ήξερε που θα τις βρει, αν αποφάσιζε να πάει. Τις γνώριζαν και συνομιλούσαν μαζί τους σαν φίλη. Όλο το χωριό το γνώριζε. Από την άλλη πλευρά της πλαγιάς δεν κατέβαιναν, διότι εκεί κατοικούσαν κακές Νεράιδες, που «τους έκαναν κακό και τις φοβόντουσαν». Μάλλον θα τους σάλευαν τα λογικά. Τις έβλεπαν λίγο πιο πάνω από το ποτάμι.

Μια από αυτές τής έδωσε και το ξόρκι. Έκοβε με ένα μαχαίρι την πληγή σε μορφή σταυρού, έλεγε την ευχή, και ο πληγωμένος δεν πέθαινε. Δεν είχε δικαίωμα να μοιραστεί την επωδό αλλά με τον θάνατό της να το δώσει στο παιδί της. Έτσι και έγινε.

Τώρα είναι στην κατοχή του 85χρονου πατέρα της το χωρίς να το χρησιμοποιεί, αφού δεν υπάρχει πια ο κίνδυνος των οχιών και θα το πάρει σαν κληρονομιά η φίλη μας. Τότε της είπα το θρήσκευμα μου ενθουσιασμένος από την μαρτυρία μιας σύγχρονης αφήγησης που επιβεβαιώνει παλιές μαρτυρίες για παρόμοια συναπαντήματα, την πραγματικότητα των ημίθεων και άλλων μυθικών οντοτήτων, τον ρόλο τους, και την σχέση τους με τους ανθρώπους τότε και σήμερα, αλλά και την δική μου εκτίμηση πως είναι θέμα καθαρότητος  χώρου και ψυχής αυτό το μαγικό συναπάντημα. Πως ο χώρος μας έπαψε να είναι μυθικός όταν έγινε βρώμικος, πως εμείς χάσαμε τους Θεούς, αυτοί δεν έφυγαν ποτέ.

Μείναμε την υπόλοιπη βραδιά να εξηγώ τις θεολογικές απορίες της και να την διαβεβαιώ ότι οι Θεοί δεν μας εγκατέλειψαν ποτέ, ακόμα και εμάς που ανήκουμε στο σιδερένιο Γένος, απλά δεν θέλουν να ακολουθήσουν τον κατήφορο της επιλογής μας.

Η κυρία αυτή έχει το χρίσμα της κληρονομικής τέχνης από μια ημίθεα Ναϊάδα και θα έχει πολλά να δώσει, και ελπίζω να τα πει.

Μεγιστίας

      11n Λήγοντος μηνός Μεταγειτνιώνος, έτους 2792 μετά πρώτην Ολυμπιάδα


 
     
 

© Εκκλησία των Ελλήνων στο θρήσκευμα